Ο ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ον

Ο καιρός πέρασε δύσκολα, και το μικρόν παιδί μεγάλωσε. Σαν ενήλικας νέος πλέον, σκέφτηκε πως δεν τον σήκωνε ο τόπος του, καθώς φτωχός που ήταν δεν θα έβρισκε ευκαιρίες ανέλιξης, θα έμενε παντοτινά φτωχός και δυστυχής.
Πήρε λοιπόν των ομματιών του, και μπαρκάρισε σε ένα πλοίο. Αρμένισε τις θάλασσες και τους ωκεανούς, και σεργιάνισε σε αμέτρητες χώρες στον κόσμο. Σαν τον Οδυσσέα γνώρισε πολλές πόλεις και λιμάνια, ανθρώπους διαφορετικούς, μαυριδερούς και ασπριδερούς, μεγαλοσώμους και μικρόσωμους, νέα ήθη και κουλτούρες. Γνώρισε θρησκείες διαφορετικές από τη δική του, καθώς και έθιμα παράδοξα πέραν της λογικής και της κοινής αντίληψης.
Μπαρκάρισε σε ένα ποντοπόρο πλοίο που έκανε ταξίδια μακρινά. Ταξίδια που διαρκούσαν μέρες και νύχτες πολλές, ατελείωτες, ίδιες και απαράλλαχτες και μονότονες. Είχε χρόνο απεριόριστο και μια ζωή ρουτίνα, καθώς ζούσε σε χώρο περιορισμένο έχοντας έγνοια μόνη, πως να σπάζει την μεγάλη μονοτονία της ναυτικής του ζωής.
Γρήγορα βρήκε τον τρόπο να γεμίζει τις ατέλειωτες ώρες της ανάπαυσης του, αλλά πολλές φορές και τις ώρες της βάρδιας του κάτω στο μηχανοστάσιο όπου δούλευε. Καθώς από μικρός είχε ροπή στο διάβασμα, πάνω στο πλοίο βρήκε αυτό που επιθυμούσε. Μια τεράστια βιβλιοθήκη γεμάτη αξιόλογα βιβλία, ψυχαγωγικά και εκπαιδευτικά. Εκατοντάδες τόμοι στοιβαγμένοι σε ράφια και σε κασόνια, έτοιμα να τα φυλλομετρήσει.
Χαρούμενα σκέφτηκε πώς βρήκε το στοιχείο του. Δωρεάν ανάγνωση, χρόνο απεριόριστο, και από πάνω φαγητό και πλερωμή.
Αφοσιώθηκε στο διάβασμα χωρίς να παραμελά την εργασία του, και καθισμένος στο καθιστικό του πλοίου, ή στην καμπίνα του, με τις ώρες οι συνάδελφοι του τον παρακολουθούσαν καθημερινώς με ένα βιβλίο στο χέρι να έχει απόλυτη αφοσίωση στο διάβασμα.
Κατάλαβε πως τοιουτοτρόπως είχε την ευκαιρία να αποχτήσει απεριόριστες γνώσεις. Έμεινε στο πλοίο αρκετό καιρό, δουλεύοντας και διαβάζοντας. Συνάντησε πολλές τρικυμίες, γνώρισε το χάρο από κοντά πολλές φορές, έμαθε απολαύσεις σε καταγώγια, είδε τη δυστυχία και την εκμετάλλευση των ανθρώπων να συμβαίνει το ίδιο σε όλες τις χώρες, και απέχτησε πλήθος εμπειρίες όλων των ειδών.
Έμεινε μπαρκαρισμένος πολλά χρόνια. Για τόσα χρόνια ακριβώς, διάβαζε βιβλία καλά και κακά, όσα έβρισκε δωρεάν, και όσα ο ίδιος αγόραζε. Του άρεσε πιότερο όμως, να διαβάζει βιβλία με παράξενο και παράδοξο περιεχόμενο, βιβλία απόκρυφων επιστημών, και μαγείας. Η λόξα να διαβάζει για τους ιδιωτικούς ντετέκτιβ που είχε από μικρόν παιδί του πέρασε, καθώς τον τράβηξαν τα μυστήρια και τα άγνωστα που περιβάλλουν τον κόσμο, τη φύση και το διάστημα. Προσπάθησε να εμβαθύνει σε όλα αυτά και να δώσει εξηγήσεις. Μίλησε με πολλούς γεροντότερους συναδέλφους του, οι οποίοι του εξιστόρησαν παράξενα γεγονότα και ανεξήγητα φαινόμενα που συνάντησαν στα θαλασσινά τους ταξίδια, αλλά και ο ίδιος στη μεγάλη του ναυτική καριέρα, παρατήρησε ορισμένες φορές, ασυνήθιστα και υπερφυσικά φαινόμενα να συμβαίνουν, πράγματα ανεξήγητα, που τον οδήγησαν στο συμπέρασμα πως η ανθρώπινη γνώση μπορεί να γνωρίζει τα φαινόμενα, χωρίς όμως να δύναται να τα εξηγήσει.
Διαβάζοντας λοιπόν, ακούοντας και παρατηρώντας, απέκτησε μεγάλες εμπειρίες.
Όμως, καθώς ενδιατρίβοντας περισσότερο στα παραφυσικά φαινόμενα, ανέπτυξε τη θεωρία πως, ο αισθητός κόσμος δεν είναι πραγματικός αλλά αποτελεί μια παράσταση που υπάρχει στη συνείδησή μας. 

Του άρεσε αυτός ο ορισμός που ο ίδιος έδωσε, γι αυτό πλέον στο εξής, ησχολήθη με τοιούτου είδους πράματα και θάματα.